- ενθυμηματικός
- -ή, -ό (Α ἐνθυμηματικός, -ή, -όν)αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο ενθύμημααρχ.1. αυτός που αποτελείται από ενθυμήματα («εἰσὶν γὰρ αἱ μὲν παραδειγματώδεις ῥητορεῑαι, αἱ δὲ ἐνθυμηματικαί», Αριστοτ.)2. αυτός που χρησιμοποιεί στον λόγο του ενθυμήματα, έμπειρος στη χρήση ενθυμημάτων3. αποφασιστικός, τολμηρός, θρασύς.
Dictionary of Greek. 2013.